Η αναπηρία στη νέα δεκαετία: Για μια κοινωνία χωρίς αποκλεισμούς για όλους

Η ανάγκη οι ανάπηρες/οι συμπολίτες μας ν’ αποκτήσουν ενεργό ρόλο στη λήψη αποφάσεων που αφορούν τις ζωές τους καθώς κι οι εξελίξεις σ’ ελληνικό κι ευρωπαϊκό επίπεδο, τέθηκαν στο επίκεντρο του online συνεδρίου που διοργάνωσε ο Στέλιος Κυμπουρόπουλος, με θέμα «Η Αναπηρία στη νέα δεκαετία σε Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση» την Πέμπτη, 17 Δεκεμβρίου.

Tο συνέδριο αποτέλεσε ευκαιρία για την παρουσίαση των δράσεων της ελληνικής Κυβέρνησης ως προς τη θεσμοθέτηση του Προσωπικού Βοηθού και την Αποϊδρυματοποίηση, από τον Γενικό Γραμματέα Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Καταπολέμησης της Φτώχειας, του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κ Γιώργο Σταμάτη, καθώς και της νέας Ευρωπαϊκή Στρατηγικής 2021-2030 για τα δικαιώματα των ανάπηρων ατόμων (στη διαμόρφωση της οποίας έχει συμβάλλει και ο Στέλιος Κυμπουρόπουλος) από την Εκπρόσωπο της Κομισιόν κ. Placencia Porrero Inmaculada.

Στη συνέχεια, δέκα ανάπηροι/ες εκπρόσωποι οργανισμών και συλλόγων που δραστηριοποιούνται στον τομέα των δικαιωμάτων των αναπήρων στη χώρα μας, τοποθετήθηκαν ως προς εξελίξεις στον ελληνικό χώρο και το Εθνικό σχέδιο δράσης, προσφέροντας έναν πλουραλισμό απόψεων και αντιπροσωπεύοντας ουσιαστικά ολόκληρο το αναπηρικό κίνημα. Η επερχόμενη ευρωπαϊκή στρατηγική σχολιάστηκε επίσης, ενδελεχώς από τον εκπρόσωπο του Ευρωπαϊκού Δικτύου για την Ανεξάρτητη Διαβίωση (ENIL).

Το συνέδριο ολοκληρώθηκε με απαντήσεις στις ερωτήσεις του κοινού από τους ομιλητές και τον ευρωβουλευτή της ΝΔ, υπό το συντονισμό του δημοσιογράφου Κώστα Λασκαράτου. Σημειώνεται, ότι λόγω του αυξημένου ενδιαφέροντος, εκτός από την διαδικτυακή πλατφόρμα, το συνέδριο μεταδόθηκε και μέσω live streaming στο Facebook ενώ το καταγεγραμμένο βίντεο του συνεδρίου θα παραμείνει διαθέσιμο για προβολή και σύντομα θα προστεθούν υπότιτλοι.

Ολοκληρώνοντας το συνέδριο, ο Στέλιος Κυμπουρόπουλος εξέφρασε την προσδοκία το συνέδριο αυτό ν’ αποτελέσει την αφορμή για την αρχή ενός ουσιαστικού διαλόγου μεταξύ κράτους, Eυρωπαϊκών οργάνων, αναπήρων και της κοινωνίας των πολιτών, δεδομένου ότι αυτός ο διάλογος αφορά τη ζωή εκατομμύρια Ευρωπαίων ανάπηρων πολιτών.

Θέμα: Αποκλεισμός των μαθητών με αναπηρίες από τις δοκιμασίες PISA

Ερώτηση με αίτημα γραπτής απάντησης  E-006604/2020
προς την Επιτροπή
Άρθρο 138 του Κανονισμού
Radka Maxová (Renew), Milan Brglez (S&D), Dragoș Pîslaru (Renew), Chiara Gemma (NI), Stelios Kympouropoulos (PPE), Brando Benifei (S&D), Ádám Kósa (PPE), Ivan Štefanec (PPE), Laurence Farreng (Renew), Ilana Cicurel (Renew), Anne Sander (PPE), Josianne Cutajar (S&D), Leila Chaibi (GUE/NGL), Alex Agius Saliba (S&D), Younous Omarjee (GUE/NGL), Anne-Sophie Pelletier (GUE/NGL), Irena Joveva (Renew), Kateřina Konečná (GUE/NGL), Sylvie Brunet (Renew), Atidzhe Alieva-Veli (Renew)

Το Πρόγραμμα Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών (PISA) του ΟΟΣΑ είναι μια σειρά δοκιμασιών στην ανάγνωση, τα μαθηματικά και τις θετικές επιστήμες, οι οποίες παρακολουθούν τις επιδόσεις των παιδιών ηλικίας 15 ετών ανά τρία έτη. Η αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού συστήματος μιας χώρας μετράται βάσει των αποτελεσμάτων του PISA.

Τα αποτελέσματα του PISA είναι ιδιαίτερα σημαντικά στην ΕΕ, διότι τροφοδοτούν με στοιχεία το στρατηγικό πλαίσιο συνεργασίας «Εκπαίδευση και Κατάρτιση 2020» (ΕΚ 2020)(1). Ενώ, κατ’ αρχήν, οποιοδήποτε παιδί 15 ετών μπορεί να επιλεγεί για να συμμετάσχει στη δοκιμασία PISA, επιτρέπεται στις χώρες να αποκλείουν έως και το 5 % του επιλέξιμου πληθυσμού σύμφωνα με ορισμένα κριτήρια(2). Κατά συνέπεια, το ποσοστό των μαθητών με αναπηρίες παραμένει εξαιρετικά χαμηλό. Αυτό αντιβαίνει στο άρθρο 24 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες (CRPD), το οποίο απαιτεί την παροχή ενός εκπαιδευτικού συστήματος χωρίς αποκλεισμούς σε όλες τις βαθμίδες.

1. Έλαβε υπόψη η Επιτροπή την υποεκπροσώπηση των μαθητών με αναπηρίες στην έρευνα PISA, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη χρήση παραπλανητικών πληροφοριών σχετικά με την πραγματικότητα του εκπαιδευτικού συστήματος κάθε χώρας κατά τον καθορισμό των κριτηρίων αναφοράς «ΕΚ 2020», και προτίθεται να συνεκτιμήσει το γεγονός αυτό όταν αξιολογήσει κατά πόσον έχουν επιτευχθεί τα κριτήρια αναφοράς;

2. Προτίθεται η Επιτροπή να συνεργαστεί με τον ΟΟΣΑ προκειμένου η έρευνα PISA να καταστεί πιο πολυδεκτική, και να αξιοποιηθεί ως εργαλείο για τη μέτρηση της προόδου που σημειώνεται όσον αφορά την εφαρμογή της CRPD σε επίπεδο ΕΕ;

Συζήτηση με τον Υπουργό Εσωτερικών για τα ζητήματα αναπηρίας

Συζήτηση με τον Υπουργό Εσωτερικών για τα ζητήματα αναπηρίας

Την Τετάρτη συναντήθηκα με τον υπουργό Εσωτερικών κ. Τάκη Θεοδωρικάκο. Τα θέματα που απασχόλησαν την συνάντηση ήταν τα ζητήματα της προσβασιμότητας των αναπήρων στα κτίρια των Δημοσίων Υπηρεσιών και μελλοντικές νομοθετικές πρωτοβουλίες επί του θέματος.

Ειδικότερα συζητήσαμε την απουσία ελεγκτικών μηχανισμών για την εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας για την προσβασιμότητα και την πολυαρμοδιότητα των Υπουργείων και των ΟΤΑ στην εφαρμογή της νομοθεσίας με αποτέλεσμα την ατιμωρησία. Τέθηκε επίσης το ζήτημα του Αναπτυξιακού Προγράμματος του υπουργείου Εσωτερικών «Αντώνης Τρίτσης» και η δυνατότητα που έχουν οι Δήμοι να εντάξουν σε αυτό δράσεις που αφορούν την ελεύθερη πρόσβαση των ανάπηρων πολιτών στις δημόσιες παραλίες.

Η  συνάντηση υπήρξε ιδιαιτέρως παραγωγική και μετά από αυτή είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος πως στο μέλλον θα υπάρξουν θετικές εξελίξεις στα ζητήματα γραφειοκρατίας και προσβασιμότητας των ανθρώπων με αναπηρία.

Παγκόσμια Ημέρα για Άτομα Με Αναπηρία. Όχι στην παράλογη και αντιπαραγωγική περιθωριοποίηση των ανάπητων ατόμων.

Η 3η Δεκεμβρίου έχει ανακηρυχθεί από τον Ο.Η.Ε, ως Παγκόσμια Ημέρα για τα Άτομα με Αναπηρία. Θα αναρωτηθεί κάποιος και ποια η χρησιμότητα μίας τέτοιας ανακήρυξης; Το σκεπτικό είναι πως όλες οι κοινωνίες του κόσμο, για μία έστω ημέρα, θα εστιάσουν την προσοχή τους στα δικαιώματα και τις δυνατότητες των ανάπηρων ανθρώπων. Να διευκρινιστεί εδώ, ότι στις σύγχρονες κοινωνίες προτιμάται ο όρος ανάπηροι άνθρωποι και όχι άνθρωποι με αναπηρία, για να διευκρινίζεται πως η ταυτότητα της αναπηρίας προσδιορίζεται από τα εμπόδια που δημιουργεί η κοινωνία στο άτομο, και δεν οφείλεται στην ασθένεια ή βλάβη του ίδιου του ατόμου. Η αναπηρία, δηλαδή, έχει ένα κοινωνικό προσδιορισμό και όχι ατομικό.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο αριθμός των ατόμων με αναπηρία ανέρχεται σε 80 εκατομμύρια άτομα, αριθμός που αντιστοιχεί περίπου στο 12% του πληθυσμού, και σε παγκόσμιο επίπεδο το 7-10% του πληθυσμού προσδιορίζεται με κάποια μορφής αναπηρία, γεγονός που σημαίνει ότι μπορεί να υπάρχουν περισσότεροι από 500 εκατομμύρια ανάπηροι άνθρωποι .
Επαρκεί, λοιπόν, μόνο μία ημέρα για να εστιάσεις στο πρόβλημα; Είναι αρκετή και μόνο η σημειολογία της Παγκόσμιας Ημέρας; Η απάντηση είναι ξεκάθαρή και είναι απόλυτα αρνητική.

Οι πολιτικές για τα ανάπηρα άτομα που πρέπει να συνταχθούν και να εφαρμοστούν σε παγκόσμιο επίπεδο, οφείλουν να είναι φιλόδοξες και μακρόπνοες. Χρειάζεται να δώσουμε έμφαση στις πολιτικές που θα αποτρέψουν τις επίκτητες βλάβες, όπως την οδηγική ασφάλεια, την πιστή και αυστηρή τήρηση της εργατικής νομοθεσίας για την αποφυγή εργατικών ατυχημάτων, την προληπτική ιατρική σε όλο το φάσμα της, αλλά με έμφαση σε παθήσεις όπως ενδεικτικά ο διαβήτης.

Χρειάζεται να θεσμοθετήσουμε πολιτικές προσβασιμότητας στην εκπαιδευτική, κοινωνική και επαγγελματική ζωή των ανάπηρων ατόμων, ώστε να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες και δεξιότητες τους. Κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλώνουν πως αναζητούν εργαζομένους σε κλάδους της οικονομίας τους και αδυνατούν να τους βρουν. Την ίδια στιγμή, εκατομμύρια ανάπηροι Ευρωπαίοι, δυνητικά, εργαζόμενοι μένουν επαγγελματικά και κοινωνικά περιθωριοποιημένοι, γιατί ο κρατικός μηχανισμός δεν έχει μία ολοκληρωμένη πολιτική για την αναπηρία, που να ξεκινάει από την εκπαίδευση και να καταλήγει στην επαγγελματική αποκατάσταση και το δικαίωμα επιλογής στην κατοικία. Αυτός ο παραλογισμός, πρέπει να πάψει καθώς είναι απόλυτα αντιπαραγωγικός. Ακόμη και αν, το ισχύον μοντέλο θεαθεί από άποψη όχι ανθρωποκεντρική αλλά οικονομοκεντρική, δεν έχει προοπτική και μέλλον. Οδηγεί σε απόλυτο αδιέξοδο.
Χρειάζεται να θεσμοθετήσουμε πολιτικές που αξιοποιούν τις νέες τεχνολογίες και τις διαρκώς διευρυνόμενες δυνατότητες που μας δίνουν, ώστε εντάσσοντας αυτές στα διοικητικά και εκπαιδευτικά συστήματα μας, να επιτρέψουν την ταχίστη αξιόπιστη και εύκολη προσβασιμότητα όλων, ανάπηρων και μη πολιτών στις υπηρεσίες τους.

Τα ανάπηρα άτομα δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται από τα κράτη και τις κοινωνίες, ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας ή ως βαρίδια, γιατί σύμφωνα με το Κοινωνικό Μοντέλο Αναπηρίας είναι οι ίδιες που τα δημιουργούν. Πρέπει να αντιμετωπιστούν ως το αδικαιολόγητα ανεκμετάλλευτο εργατικό, πολιτισμικό και οικονομικό απόθεμα των κοινωνιών μας. Η διαφορετική λειτουργία τους, θα έχει ως συνέπεια την αναπροσαρμοστικότητα της κοινωνίας, η οποία θα λειτουργήσει αναζωογονητικά στην κοινωνία, στην οικονομία και στα πολιτικά συστήματα μας.

Εξάλλου, οι πολιτικές για τους ανάπηρους πολίτες που ανέφερα ανωτέρω, δεν είναι πολιτικές για κάποιους άλλους ξένους. Είναι πολιτικές που εφαρμοζόμενες λειτουργούν ευεργετικά για το σύνολο των μελών της κοινωνίας και οι οποίες μπορούν να φανούν χρήσιμες σε όλους μας.

Από πολύ μικρή ηλικία, έμαθα πως η αναπηρία μου δεν περιόριζε ούτε κατελάχιστο την δυνατότητα μου να αισθάνομαι, να δημιουργώ, να σκέφτομαι, να μαθαίνω και πλέον να εργάζομαι ως Ψυχίατρος και να υπηρετώ ως Ευρωβουλευτής. Για αυτό, αποφάσισα να αγωνίζομαι και για τους άλλους αναπήρους, και για άλλες κοινωνικές ομάδες που αντιμετωπίζουν εμπόδια.

Η πορεία μου αυτή δεν ήταν εύκολη. Είχα, όμως, την διαρκή στήριξη και συμπαράσταση της οικογένειας μου, και χρειάστηκε πολλές φορές να διεκδικήσω τα δικαιώματα μου. Όμως η μόρφωση, η κοινωνική και επαγγελματική ένταξη των ανάπηρων ατόμων, δεν πρέπει να είναι αποτέλεσμα της τύχης ή γραφτό της Μοίρας, όπως πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες. Υπάρχουν εκατομμύρια ανάπηροι συμπολίτες μας, που περιμένουν να διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες και υποδομές ώστε να αποκτήσουν τις κατάλληλες ευκαιρίες και να προσφέρουν.