Άρθρο του Στέλιου Κυμπουρόπουλου για την εφημερίδα «Το Παρόν».
Πραγματοποιώντας μία σύντομη ιστορική αναδρομή, συνειδητοποιεί κανείς πολύ εύκολα, ότι οι ανάπηροι πολίτες συνιστούν μία κοινωνική ομάδα, τα δικαιώματα της οποίας, διαχρονικά πλήττονταν βαθύτατα μέσα από κάθε κοινωνική και πολιτισμική μεταβολή. Η μετάβαση από το «ιατρικό» στο «κοινωνικό» μοντέλο για την αναπηρία κατά τις δεκαετίες που προηγήθηκαν και ακολούθως, η σύγχρονη εστίαση στον πυρήνα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αποτέλεσε αναμφίβολα μία διαδρομή, γεμάτη από προκλήσεις τόσο για τους ανάπηρους πολίτες όσο και για τις οικογένειες τους. Ο δικός μου αγώνας ξεκίνησε επίσημα μέσα από τη συμμετοχή μου στην ίδρυση του Οργανισμού Ανεξάρτητης Διαβίωσης Ελλάδος «I-living» το 2014, ο οποίος εμπνευσμένος από τη Σύμβαση του ΟΗΕ, επικεντρώνεται στην προάσπιση του δικαιώματος κάθε πολίτη, ανεξαρτήτως αναπηρίας, να μπορεί να διαβιεί ελεύθερα στην κοινωνία με όρους ισοτιμίας.
Η επικύρωση της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες και του προαιρετικού πρωτοκόλλου, αρχικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση (2011) και στη συνέχεια από την Ελλάδα (2012) αποτέλεσε μία πολιτική πρωτοβουλία για την ποιότητα ζωής των αναπήρων πολιτών, καθώς έφερε στο φως την ανάγκη έμπρακτης διάδοσης και κατοχύρωσης των αξιών της ισότητας, της ισοτιμίας, της ελευθερίας, της αυτονομίας και της ανεξαρτησίας στο εσωτερικό των κοινωνιών μας. Στην Ευρώπη σήμερα εκτιμάται, ότι διαβιούν πάνω από 100 εκατομμύρια ανάπηροι πολίτες και ότι ένα σημαντικό ποσοστό εξ’ αυτών έρχεται καθημερινά αντιμέτωπο με τον κίνδυνο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού.
Αναγνωρίζοντας αυτές τις συνθήκες η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε στο σχεδιασμό της νέας στρατηγικής «Ένωση Ισότητας: Στρατηγική για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία 2021 – 2030». Στόχος την νέας Στρατηγικής είναι να διασφαλίσει με έμπρακτο τρόπο την πλήρη και ισότιμη κοινωνική συμμετοχή των αναπήρων ατόμων σε κάθε έκφανση της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής των κρατών – μελών.
Το «κλειδί» για την επιτυχή έκβαση των στόχων, που τίθενται μέσα από τη νέα «Ευρωπαϊκή Στρατηγική», δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από την επίτευξη της έννοιας της καθολικής προσβασιμότητας των αναπήρων πολιτών, στο φυσικό και οικιστικό περιβάλλον, αλλά και σε πάσης φύσεως δημόσια και ιδιωτικά αγαθά και υπηρεσίες. Αποδίδεται ιδιαίτερη μέριμνα και στη δυνατότητα των αναπήρων πολιτών να μπορούν να μετακινούνται, να επιμορφώνονται και να εργάζονται ελεύθερα μεταξύ των διαφορετικών χωρών της ΕΕ και για αυτό το λόγο προέκυψε η ανάγκη ενός κοινού αποδεκτού ορισμού για την αναπηρία, η συγκεκριμενοποίηση του αριθμού των αναπήρων που ζουν στην Ευρώπη και ο προσδιορισμός των συνθηκών διαβίωσής τους, καθώς και η διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους σε οποιαδήποτε Ευρωπαϊκή χώρα και αν διαμένουν ή επιθυμούν να μετακινηθούν.
Ένας επόμενος κομβικός πυλώνας, που αναμένεται να ενισχυθεί είναι ο τομέας της εκπαίδευσης. Ιδιαίτερη έμφαση αποδίδεται στη βελτίωση της προσβασιμότητας και του υλικοτεχνικού εξοπλισμού στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, αλλά και στην κατάρτιση των εκπαιδευτικών με σκοπό τη καλλιέργεια ενός κοινού εκπαιδευτικού περιβάλλοντος για μαθητές και σπουδαστές με και χωρίς αναπηρία. Αυτού του είδους οι παρεμβάσεις αναμένεται να παρέχουν στους ανάπηρους νέους τα κατάλληλα εφόδια για την επιτυχή ένταξή τους στην αγορά εργασίας, και να υποστηριχθεί η απόκτηση δεξιοτήτων εκ μέρους των αναπήρων ενηλίκων. Όσον αφορά το εργασιακό περιβάλλον και τις προοπτικές επαγγελματικής αποκατάστασης, η νέα «Στρατηγική» δεσμεύεται στην εξασφάλιση των απαραίτητων προδιαγραφών πρόσβασης στην εργασία από τους ανάπηρους εργαζομένους, και θα παρέχεται συνεχής ενημέρωση και επιπλέον κίνητρα στις επιχειρήσεις τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου τομέα για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Η διασφάλιση του δικαιώματος των αναπήρων στην αξιοπρεπή και ανεξάρτητη διαβίωση αποτελεί έναν από τους ύψιστης σημασίας στόχους αυτής της «Στρατηγικής». Σκοπός είναι να ενισχυθεί η κοινωνική προστασία και να υπάρξει ενοποίηση των φορέων του κάθε κράτους, ώστε οι υπηρεσίες κοινωνικής φροντίδας να εκσυγχρονιστούν και να μπορέσει να γίνει πράξη η ελεύθερη διαβίωση των ανάπηρων ατόμων. Επίσης, υφίσταται ειδική πρόβλεψη για τη βελτίωση του δικτύου κοινωνικής προστασίας των ευάλωτων οικογενειών με ανάπηρα μέλη, καθώς και για την καταπολέμηση της κατάχρησης και των διακρίσεων σε βάρος των ανάπηρων παιδιών και γυναικών.
Αυτό που διαφοροποιεί τη νέα Ευρωπαϊκή Στρατηγική από τα προηγούμενα Ευρωπαϊκά εγχειρήματα, είναι η ύπαρξη ξεκάθαρων και μετρήσιμων στόχων που θα συνδέονται με την ανακατανομή των χρηματοδοτήσεων προς τα κράτη – μέλη, τα αυστηρά χρονοδιαγράμματα εφαρμογής, καθώς και η τακτική αναθεώρηση της ίδιας της «Στρατηγικής» ύστερα από τη διαβούλευση μεταξύ ανεξάρτητων επιτροπών και φορέων δράσης σε πανευρωπαϊκό αλλά και σε εθνικό επίπεδο. Στις διαδικασίες αξιολόγησης, κομβικής σημασίας θεωρείται και η συμμετοχή ανεξάρτητων εκπροσώπων από τα αναπηρικά κινήματα, καθώς και η δυνατότητα, που παρέχεται στους ίδιους τους ανάπηρους πολίτες και στις οικογένειές τους να ακουστούν μέσα από τη συμμετοχή τους σε εστιασμένες ερευνητικές διαδικασίες.
Θα ήθελα να τονίσω, πως σύντομα και η χώρα θα προχωρήσει στην πρωτοποριακή εφαρμογή ενός «Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία». Το «Εθνικό Σχέδιο Δράσης» εμπνέεται από Σύμβαση του ΟΗΕ και ακολουθεί τις στρατηγικές και τους στόχους, που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Μολονότι, έχει αναγνωριστεί πανευρωπαϊκά το γεγονός, ότι η οικονομική και υγειονομική κρίση έθεσαν εν αμφιβόλω πολλά από τα δικαιώματα των αναπήρων, κεντρικός στόχος τόσο της Ευρώπης όσο και της Ελλάδας παραμένει η μακροπρόθεσμη εξάλειψη κάθε φυσικού και θεσμικού εμποδίου, που θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο, την ανεξαρτησία και την ευημερία των αναπήρων πολιτών.